Переобтяжений στα ελληνικά
Μετάφραση: переобтяжений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφθονος, μεθύστακας, υπερφορτωμένο, υπερφορτωθεί, υπερφορτωμένη, υπερφορτωμένοι, υπερφόρτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- але στα ελληνικά - αλλά, όμως, ωστόσο, αλλά η, αλλά και
- аристократичний στα ελληνικά - αριστοκρατικός, αριστοκρατική, αριστοκρατικό, αριστοκρατικής, αριστοκρατικές
- горіх στα ελληνικά - παξιμάδι, καρύδι, περικόχλιο, περικοχλίου, παξιμαδιού
- запитувати στα ελληνικά - χρειάζομαι, απαιτώ, ζητώ, παρακαλώ, ρωτήσω, ζητήσει από, να ζητήσει
Τυχαίες λέξεις
Переобтяжений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφθονος, μεθύστακας, υπερφορτωμένο, υπερφορτωθεί, υπερφορτωμένη, υπερφορτωμένοι, υπερφόρτωση
Μεταφράσεις: άφθονος, μεθύστακας, υπερφορτωμένο, υπερφορτωθεί, υπερφορτωμένη, υπερφορτωμένοι, υπερφόρτωση