Перестерігати στα ελληνικά
Μετάφραση: перестерігати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραινώ, νουθετώ, τύψη, προειδοποιώ, προειδοποιούν ενάντια, προειδοποιούν, προειδοποιήσω, προειδοποιούν για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акцептант στα ελληνικά - αποδέκτης, δέκτη, αποδέκτη, δέκτης, δέκτου
- бойовою στα ελληνικά - την καταπολέμηση της, πάλης, μάχης, μάχες, καταπολέμηση
- вигад στα ελληνικά - φαντασία, εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
- звинувачення στα ελληνικά - καταγγελία, κατηγορία, κατηγορίας, αιτίαση, την κατηγορία
Τυχαίες λέξεις
Перестерігати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραινώ, νουθετώ, τύψη, προειδοποιώ, προειδοποιούν ενάντια, προειδοποιούν, προειδοποιήσω, προειδοποιούν για
Μεταφράσεις: παραινώ, νουθετώ, τύψη, προειδοποιώ, προειδοποιούν ενάντια, προειδοποιούν, προειδοποιήσω, προειδοποιούν για