Перетворювання στα ελληνικά
Μετάφραση: перетворювання, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετατροπή, μετατροπής, τη μετατροπή, μετατροπής που, η μετατροπή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безтямний στα ελληνικά - άδειος, ανόητος, παράλογος, κενός, ενθουσιώδης, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ...
- герань στα ελληνικά - γεράνι, γερανίου, γερανιού, γερανιών, το γεράνι
- колючка στα ελληνικά - αγκάθι, αγκάθια, το αγκάθι, ακίδα, αγκαθιών
- лопух στα ελληνικά - κολλιτσίδα, κολλιτσίδας, burdock, αρκτείου, λάππα
Τυχαίες λέξεις
Перетворювання στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετατροπή, μετατροπής, τη μετατροπή, μετατροπής που, η μετατροπή
Μεταφράσεις: μετατροπή, μετατροπής, τη μετατροπή, μετατροπής που, η μετατροπή