Переїжджати στα ελληνικά
Μετάφραση: переїжджати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδημώ, αποικώ, παράκαμψης, παράκαμψη, υπέρβασης, υπέρβαση, υπερισχύουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вакансія στα ελληνικά - αποφυγή, κενή θέση, χηρεία, κενής θέσεως, κενής θέσης, κενών θέσεων
- заїкання στα ελληνικά - ψελλίζω, τραυλίζω, τραύλισμα, τραυλισμού, stuttering, τραυλισμός, τραυλισμό
- зимувати στα ελληνικά - χειμώνας, χειμώνα, το χειμώνα, χειμερινή, του χειμώνα
- лікарняний στα ελληνικά - νοσοκομείο, νοσοκομείου, νοσοκομειακή, του νοσοκομείου, νοσοκομειακής
Τυχαίες λέξεις
Переїжджати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδημώ, αποικώ, παράκαμψης, παράκαμψη, υπέρβασης, υπέρβαση, υπερισχύουν
Μεταφράσεις: αποδημώ, αποικώ, παράκαμψης, παράκαμψη, υπέρβασης, υπέρβαση, υπερισχύουν