Печать στα ελληνικά
Μετάφραση: печать, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βούλα, φώκια, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- академічний στα ελληνικά - κολεγιακός, ακαδημαϊκός, ακαδημαϊκό, ακαδημαϊκή, ακαδημαϊκών, ακαδημαϊκά
- безсумнівний στα ελληνικά - ερωτηματολόγιο, αναμφίβολα, αναμφισβήτητα, χωρίς αμφιβολία, αναμφιβόλως
- бульбашка στα ελληνικά - φουσκάλα, παφλάζω, βολβός, γλόμπος, κύστη, φούσκα, κουδούνι, ...
- дурнуватий στα ελληνικά - γλαυκώδης
Τυχαίες λέξεις
Печать στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βούλα, φώκια, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Μεταφράσεις: βούλα, φώκια, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης