Βούλα στα ουκρανικά

Μετάφραση: βούλα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
булла, бичачий, слона, точка, процвітати, бугай, тюлень, місце, друк, пломба, запломбувати, печать, тілець, тавро, пляма, цятка, крапка, крапку, точку, думка
Βούλα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βούλα

βούλα πατουλίδου, βούλα πατουλίδου χρυσή αυγή, βούλα παπαχρήστου, βούλα παπαϊωάννου, βούλα σαββίδη, βούλα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βούλα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βουρτσίζω στα ουκρανικά - вичесати, садно, щітка, вичісувати, щетка
  • βουτώ στα ουκρανικά - нахилятись, займати, крадіжка, щипці, клешні, примадонни, нахиляти, ...
  • βούληση στα ουκρανικά - волгоградський, воля, волю
  • βούρτσα στα ουκρανικά - щітка, садно, вичесати, вичісувати, щетка
Τυχαίες λέξεις
Βούλα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: булла, бичачий, слона, точка, процвітати, бугай, тюлень, місце, друк, пломба, запломбувати, печать, тілець, тавро, пляма, цятка, крапка, крапку, точку, думка