Планшет στα ελληνικά

Μετάφραση: планшет, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ροκάνι, πλάνη, στάθμη, χάπι, επίπεδο, δισκίο, ταμπλέτα, δισκίου, δισκίων, tablet
Планшет στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бунтарський στα ελληνικά - στασιαστικός, αιρετικός, ετερίδοξος, αντικομφορμιστικό, αντικομφορμιστική, nonconformist
  • гидоту στα ελληνικά - αποστροφή, βδέλυγμα, βδελυγμα, το βδέλυγμα, βδελυγμία
  • жадною στα ελληνικά - κερδομανής, αγροίκος, άπληστος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, άπληστη
  • марка στα ελληνικά - γραμματόσημο, χαρτόσημα, μάρκα, μάρκας, εμπορικό σήμα, σήμα, σήματος
Τυχαίες λέξεις
Планшет στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ροκάνι, πλάνη, στάθμη, χάπι, επίπεδο, δισκίο, ταμπλέτα, δισκίου, δισκίων, tablet