Поверхово στα ελληνικά

Μετάφραση: поверхово, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιφανειακά, επιφανειακή, επιφανειακώς, επιπόλαια, πρώτης όψεως
Поверхово στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безрезультатний στα ελληνικά - στείρος, άγονος, άκαρπος, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικές, αναποτελεσματικό, ατελέσφορη
  • віна στα ελληνικά - αλλάζω, γυρίζω, ενοχή, Vina, Βίνα, γοβίνη, Το Vina
  • допотопний στα ελληνικά - προκατακλυσμιαίος, προκατακλυσμιαίο, προκατακλυσμιαία, προκατακλυσμιαίους, απηρχαιωμένες
  • досліджування στα ελληνικά - εξερεύνηση, Διερεύνηση, Διερευνώντας, Ερευνώντας, Η διερεύνηση, Διερεύνησης
Τυχαίες λέξεις
Поверхово στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιφανειακά, επιφανειακή, επιφανειακώς, επιπόλαια, πρώτης όψεως