Полководець στα ελληνικά
Μετάφραση: полководець, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відрахувати στα ελληνικά - εκπίπτω, υπολογίζω, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει
- відтиск στα ελληνικά - στριμώχνω, στύβω, ζουλώ, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, ...
- гарчати στα ελληνικά - γκρινιάρης, μαλώνω, γκρινιάζω, τζαναμπέτης, γρύλισμα, βρυχηθμός, βρυχηθμό, ...
- забезпечування στα ελληνικά - αρμοδιότητα, επαρχία, εξασφαλίζοντας, διασφαλίζοντας, διασφάλιση, την εξασφάλιση, εξασφάλιση
Τυχαίες λέξεις
Полководець στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Μεταφράσεις: γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές