Полюбити στα ελληνικά

Μετάφραση: полюбити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαμβάκι, βαμβακερός, βαμβακερό, ερωτεύονται, ερωτευτεί, ερωτευτείτε, πέσει στην αγάπη, να ερωτευτεί
Полюбити στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відречення στα ελληνικά - αποκήρυξη, απάρνηση, παραίτηση, αποποίηση, υπαναχωρήσεως
  • дуло στα ελληνικά - βαρέλι, ρύγχος, ρύγχους, στομίου, μουσούδα, φίμωτρο
  • захвалений στα ελληνικά - δέσμιος, αιχμάλωτος, σύλληψης, της δέσμευσης, δέσμευσης, αλίευσης, συλλήψεως
  • кепсько στα ελληνικά - κακά, άσχημα, κακώς, άτακτα
Τυχαίες λέξεις
Полюбити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαμβάκι, βαμβακερός, βαμβακερό, ερωτεύονται, ερωτευτεί, ερωτευτείτε, πέσει στην αγάπη, να ερωτευτεί