Βαμβάκι στα ουκρανικά

Μετάφραση: βαμβάκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вата, полюбити, покохати, бавовну, бавовник, бавовна, хлопок, бавовни
Βαμβάκι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαμβάκι

βαμβάκι περκάλι, βαμβάκι χαλάνδρι, βαμβάκι στην ελιά, βαμβάκι τιμή, βαμβάκι 2012, βαμβάκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βαμβάκι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βαλς στα ουκρανικά - моржі, вальс
  • βαλτός στα ουκρανικά - найманий, орендований, болото
  • βαμβακερό στα ουκρανικά - полюбити, бавовну, вата, бавовник, покохати, бавовна, хлопок, ...
  • βαμβακερός στα ουκρανικά - полюбити, покохати, вата, бавовник, бавовну, бавовни, бавовняна
Τυχαίες λέξεις
Βαμβάκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вата, полюбити, покохати, бавовну, бавовник, бавовна, хлопок, бавовни