Похилий στα ελληνικά
Μετάφραση: похилий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραλαβή, απόδειξη, λοξός, λήψη, πλάγιος, κατηφορικός, κατηφόρα, κατάβαση, κατάβασης, κατωφέρεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ампутація στα ελληνικά - αποκοπή, ακρωτηριασμός, ακρωτηριασμό, ακρωτηριασμού, ο ακρωτηριασμός, τον ακρωτηριασμό
- атавізм στα ελληνικά - αταβισμός, προγονισμός, προγονικότητα, προγονικότης
- декларування στα ελληνικά - κήρυξη, δήλωση, δήλωσης, διασάφηση, διασάφησης, δήλωση που
- жниварка στα ελληνικά - ανατρέφω, πισινός, θεριστής, Μηχανή κουρέματος, χλοοκοπτικό, χορτοκοπτικά, μηχανή του
Τυχαίες λέξεις
Похилий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραλαβή, απόδειξη, λοξός, λήψη, πλάγιος, κατηφορικός, κατηφόρα, κατάβαση, κατάβασης, κατωφέρεια
Μεταφράσεις: παραλαβή, απόδειξη, λοξός, λήψη, πλάγιος, κατηφορικός, κατηφόρα, κατάβαση, κατάβασης, κατωφέρεια