Λοξός στα ουκρανικά
Μετάφραση: λοξός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
косий, скісний, непрямий, косо, набік, похилий, криво, скісна, косою, косій, косого, косої
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοξός
λοξός αστιγματισμός, λοξός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λοξός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λοξοδρομώ στα ουκρανικά - збочення, відхилення, явний, явна, очевидний
- λοξοκοιτάζω στα ουκρανικά - косоокість, loxokoitazo
- λοξότητα στα ουκρανικά - косою, косий, косій, косого, косої
- λουκάνικο στα ουκρανικά - ковбаса, сосиска, колбаса
Τυχαίες λέξεις
Λοξός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: косий, скісний, непрямий, косо, набік, похилий, криво, скісна, косою, косій, косого, косої
Μεταφράσεις: косий, скісний, непрямий, косо, набік, похилий, криво, скісна, косою, косій, косого, косої