Привчати στα ελληνικά

Μετάφραση: привчати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αίμα, διδάσκω, τρένο, τραίνο, αμαξοστοιχία, σταθμό, αμαξοστοιχίας
Привчати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • амфітеатр στα ελληνικά - αμφιθέατρο, αμφιθεάτρου, αμφιθεατρικά, αμφιθεατρικό, αμφιθεατρική
  • загадковість στα ελληνικά - μαγεία, μυστικισμό, μυστήριο, αίγλη, μύθος
  • законно στα ελληνικά - συντρίβω, γλείφω, τεκμηρίωση, νικώ, δικαιολογία, αιτιολογία, νόμιμα, ...
  • кооператив στα ελληνικά - συνεταιρισμός, συνεργάσιμος, συνεργατική, συνεταιρισμού, συνεταιρισμό
Τυχαίες λέξεις
Привчати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αίμα, διδάσκω, τρένο, τραίνο, αμαξοστοιχία, σταθμό, αμαξοστοιχίας