Διδάσκω στα ουκρανικά

Μετάφραση: διδάσκω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
научати, викладати, навчити, привчати, установи, неточний, навчіть, вчити, навчати, учити, вивчати, навчатимуть
Διδάσκω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διδάσκω

διδάσκω ετυμολογία, διδάσκω αεί διδασκόμενος, διδάσκω φυσικές επιστήμες, διδάσκω ελληνικά σε ξένους, διδάσκω αγγλικά, διδάσκω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διδάσκω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαψεύδω στα ουκρανικά - спростовувати, заперечте, суперечити, суперечитиме, суперечитимуть, перечити, суперечить
  • διγαμία στα ουκρανικά - двоєженство, бігамія, двошлюбність
  • διδασκαλία στα ουκρανικά - навчання
  • διείσδυση στα ουκρανικά - проникність, вторгнення, проникання, дотеп, проникнення, проникненню, насичення
Τυχαίες λέξεις
Διδάσκω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: научати, викладати, навчити, привчати, установи, неточний, навчіть, вчити, навчати, учити, вивчати, навчатимуть