Приголомшуючий στα ελληνικά
Μετάφραση: приголомшуючий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκπαγλος, εντυπωσιακός, γοητευτικός, αναισθητοποίηση, εκπληκτική, εκπληκτικό, εντυπωσιακό, εντυπωσιακή
Μεταφράσεις
- бум στα ελληνικά - έξαρση, άνθηση, έκρηξη, μπουμ, boom, βραχίονας
- виписка στα ελληνικά - εκχύλισμα, αποσπώ, θεωρητικός, εκχυλίσματος, απόσπασμα, αποσπάσματος, εκχυλίσματα
- запечатувати στα ελληνικά - τραγιάσκα, θήκη, σκούφος, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, ...
- зарубка στα ελληνικά - εγκοπή, εγκοπής, notch, εντομή, εγκοπών
Τυχαίες λέξεις
Приголомшуючий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκπαγλος, εντυπωσιακός, γοητευτικός, αναισθητοποίηση, εκπληκτική, εκπληκτικό, εντυπωσιακό, εντυπωσιακή
Μεταφράσεις: έκπαγλος, εντυπωσιακός, γοητευτικός, αναισθητοποίηση, εκπληκτική, εκπληκτικό, εντυπωσιακό, εντυπωσιακή