Придатися στα ελληνικά

Μετάφραση: придатися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύχρηστος, πρόχειρος, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα
Придатися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • занепалий στα ελληνικά - βρώμικος, άθλιος, αποδυναμωθεί, αποδυνάμωσε, εξασθένησε, αποδυναμώνεται, εξασθενημένο
  • звеселяння στα ελληνικά - ψυχαγωγία, διασκέδαση, ψυχαγωγίας, διασκέδασης, Entertainment
  • лоза στα ελληνικά - λυγαριά, ιτιά, ιτιάς, ιτιές, ιτιών, η ιτιά
  • лілейно-білий στα ελληνικά - άκρο, μέλος, κλαδί, κρίνο, κρίνος, κρίνου, κρίνων, ...
Τυχαίες λέξεις
Придатися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύχρηστος, πρόχειρος, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα