Проковтувати στα ελληνικά
Μετάφραση: проковтувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταπίνω, χελιδόνι, καταβροχθίζω, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσουν, καταφάγει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безводний στα ελληνικά - ξερός, άνυδρος, άνυδρο, ανύδρου, άνυδρου, άνυδρη
- вирівнювати στα ελληνικά - λείος, επίπεδο, επιπέδου, το επίπεδο, επίπεδα
- вогневої στα ελληνικά - φωτιά, πυρκαγιά, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
- журнали στα ελληνικά - ταξίδι, ταξιδεύω, περιοδικά, περιοδικών, εφημερίδες, επιστημονικά περιοδικά, τα περιοδικά
Τυχαίες λέξεις
Проковтувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταπίνω, χελιδόνι, καταβροχθίζω, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσουν, καταφάγει
Μεταφράσεις: καταπίνω, χελιδόνι, καταβροχθίζω, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσουν, καταφάγει