Пропалювати στα ελληνικά
Μετάφραση: пропалювати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καίω, καίγονται, κάψει, έγκαυμα, κάψετε, καίνε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вверх-вниз στα ελληνικά - επάνω και κάτω, πάνω και κάτω, πάνω κάτω
- відноситися στα ελληνικά - συναφής, συγγενικός, ισχύουν, εφαρμόζονται, εφαρμόζεται, εφαρμογή, εφαρμόζουν
- гарпуни στα ελληνικά - καμάκια, καμάκι, ψαροντούφεκα, τα καμάκια
- жалюгідно στα ελληνικά - οικτρός, αξιολύπητος, άθλιως, παταγωδώς, οικτρά, άθλια, αξιοθρήνητα
Τυχαίες λέξεις
Пропалювати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καίω, καίγονται, κάψει, έγκαυμα, κάψετε, καίνε
Μεταφράσεις: καίω, καίγονται, κάψει, έγκαυμα, κάψετε, καίνε