Пустий στα ελληνικά
Μετάφραση: пустий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγραφος, κενό, βυθομέτρηση, άγραφτος, άδειος, κρασί, οίνος, λευκός, άδειο, κενή, κενών, κενές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- волайте στα ελληνικά - κύμα, βόδι, ox, βοδιού, οχ, το βόδι
- вселяти στα ελληνικά - έγχυμα, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
- двобічний στα ελληνικά - δύο όψεων, διπλής όψης, διπλής όψεως, δύο όψεις, σε δύο όψεις
- завойовник στα ελληνικά - κατακτητής, κατακτητή, νικητής, πορθητής, του κατακτητή
Τυχαίες λέξεις
Пустий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγραφος, κενό, βυθομέτρηση, άγραφτος, άδειος, κρασί, οίνος, λευκός, άδειο, κενή, κενών, κενές
Μεταφράσεις: άγραφος, κενό, βυθομέτρηση, άγραφτος, άδειος, κρασί, οίνος, λευκός, άδειο, κενή, κενών, κενές