Пухлину στα ελληνικά

Μετάφραση: пухлину, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρήζω, φουσκώνω, εξογκώνω, όγκος, όγκου, του όγκου, όγκο, όγκων
Пухлину στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вигартування στα ελληνικά - φρικιαστικός, φοβερός, vyhartuvannya
  • законодавець στα ελληνικά - νομοθέτης, νομοθέτη, νομοθέτη της
  • карт στα ελληνικά - κάρτα, Κάρτες, φύλλα, Συνολικές κάρτες, τις κάρτες, χαρτιά
  • лігво στα ελληνικά - λημέρι, καταγώγιο, φωλιά, den, ντεν, κρησφύγετο
Τυχαίες λέξεις
Пухлину στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρήζω, φουσκώνω, εξογκώνω, όγκος, όγκου, του όγκου, όγκο, όγκων