Підприємець στα ελληνικά
Μετάφραση: підприємець, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιχειρηματίας, εργοδότης, εργολάβος, επιχειρηματία, επιχειρηματίες, επιχειρηματιών
Μεταφράσεις
- волинь στα ελληνικά - ξερνώ, Volyn, Βόλιν, Βολύν
- димку στα ελληνικά - γάζα, καταχνιά, αχλή, καπνός, καπνού, καπνό, καπνιστών τροφίμων, ...
- дослід στα ελληνικά - πείραμα, πειραματίζομαι, έρευνα, έρευνας, την έρευνα, ερευνητικών, της έρευνας
- застосування στα ελληνικά - εργασία, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
Τυχαίες λέξεις
Підприємець στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιχειρηματίας, εργοδότης, εργολάβος, επιχειρηματία, επιχειρηματίες, επιχειρηματιών
Μεταφράσεις: επιχειρηματίας, εργοδότης, εργολάβος, επιχειρηματία, επιχειρηματίες, επιχειρηματιών