Рана στα ελληνικά

Μετάφραση: рана, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόψιμο, αλγεινός, κοπή, κόβω, πληγή, τραύμα, τραύματος, πληγής, του τραύματος
Рана στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • адміралтейство στα ελληνικά - ναυαρχείο, Admiralty, Ναυαρχείου, ένα ναυαρχείο, ναυαρχία
  • бретелька στα ελληνικά - ιμάντας, αορτήρας, ιμάντα ώμου, λουρί ώμου, ιμάντας ώμου, λουρί ώμων
  • дозрівати στα ελληνικά - ώριμος, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου
  • ледь στα ελληνικά - ελαφρώς, λίγο, ελαφρά, ελάχιστα, κάπως
Τυχαίες λέξεις
Рана στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόψιμο, αλγεινός, κοπή, κόβω, πληγή, τραύμα, τραύματος, πληγής, του τραύματος