Резерв στα ελληνικά

Μετάφραση: резерв, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνηθισμένος, απόθεμα, εφεδρεία, αποθεματικό, αποθεματικού, αποθεματικών
Резерв στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • винайдення στα ελληνικά - εφεύρεση, αντίληψη, τέχνασμα, ιδέα, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, ...
  • журналісти στα ελληνικά - πίεση, δημοσιογράφους, δημοσιογράφων, δημοσιογράφοι, οι δημοσιογράφοι, τους δημοσιογράφους
  • картка στα ελληνικά - κάρτα, κάρτας, καρτών, της κάρτας, την κάρτα
  • курник στα ελληνικά - κοτέτσι, COOP, ΣΠΕ, συνερ, συνεργα
Τυχαίες λέξεις
Резерв στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνηθισμένος, απόθεμα, εφεδρεία, αποθεματικό, αποθεματικού, αποθεματικών