Ризик στα ελληνικά

Μετάφραση: ризик, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποτολμώ, διακυβεύω, κίνδυνος, κινδύνου, κίνδυνο, κινδύνων, του κινδύνου
Ризик στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • біблійний στα ελληνικά - βιβλικός, βιβλική, την βιβλική, βιβλικό, βιβλικές
  • викрадіть στα ελληνικά - απάγω, αποκαλύπτω, διαφαίνομαι, κλοπή, κλέβω, Κλέψτε, κλέψουν, ...
  • геральдика στα ελληνικά - οικοσημολογία, εραλδική, οικοσημολογίας, εραλδικής, Οικοσημολογία, εραλδική επιστήμη
  • загальне στα ελληνικά - χαρακτηριστικός, γενικός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Τυχαίες λέξεις
Ризик στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποτολμώ, διακυβεύω, κίνδυνος, κινδύνου, κίνδυνο, κινδύνων, του κινδύνου