Ритись στα ελληνικά
Μετάφραση: ритись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρατσουνίζω, γρατσουνιά, αμυχή, σκάβω, ξύνω, κουνελοφωλιά, ψάχνω, ψαξίματος, ψάξιμο, rummage, ερευνώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аналогова στα ελληνικά - αναλογία, αναλογικό, ανάλογο, αναλογική, αναλόγου, αναλογικά
- вибух στα ελληνικά - έκρηξη, ξεσπώ, εκδήλωση, ανεμοθύελλα, αγωνία, ξέσπασμα, έκρηξης, ...
- збагачувати στα ελληνικά - εμπλουτίζω, εμπλουτίσουν, εμπλουτίζουν, εμπλουτίσει, τον εμπλουτισμό, εμπλουτίσετε την
- лікарня στα ελληνικά - κλινική, νοσοκομείο, νοσοκομείου, νοσοκομειακή, του νοσοκομείου, νοσοκομειακής
Τυχαίες λέξεις
Ритись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρατσουνίζω, γρατσουνιά, αμυχή, σκάβω, ξύνω, κουνελοφωλιά, ψάχνω, ψαξίματος, ψάξιμο, rummage, ερευνώ
Μεταφράσεις: γρατσουνίζω, γρατσουνιά, αμυχή, σκάβω, ξύνω, κουνελοφωλιά, ψάχνω, ψαξίματος, ψάξιμο, rummage, ερευνώ