Розвивати στα ελληνικά

Μετάφραση: розвивати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπτύσσομαι, σκαλίζω, καλλιεργώ, διαστέλλω, εξελίσσομαι, ξεκουράζομαι, διευρύνω, επεκτείνω, χαλαρώνω, φουσκώνω, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, αναπτύσσουν
Розвивати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • взаємозалежний στα ελληνικά - αλληλοεξαρτώμενος, αλληλοεξαρτώμενες, αλληλεξαρτώμενες, αλληλοεξαρτώμενα, αλληλεξαρτώνται
  • втілювати στα ελληνικά - εξηγώ, ενσαρκώνουν, ενσωματώνουν, ενσαρκώσει, ενσωματώνει, ενσαρκώνει
  • етнічний στα ελληνικά - εθνικός, εθνοτικής, εθνοτική, εθνοτικών, εθνοτικές, εθνικής
  • заслуховування στα ελληνικά - ακοή, ακρόαση, άκουσε, ακοής, ακούσει
Τυχαίες λέξεις
Розвивати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπτύσσομαι, σκαλίζω, καλλιεργώ, διαστέλλω, εξελίσσομαι, ξεκουράζομαι, διευρύνω, επεκτείνω, χαλαρώνω, φουσκώνω, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, αναπτύσσουν