Περιουσία στα αγγλικά
Μετάφραση: περιουσία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
possessions, estate, property, fortune, wealth, assets
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: περιουσία
estate
- περιουσία
- κτήμα
- κληρονομούμενη περιουσία
- τσιφλίκι
- υπόσταση
- κοινωνική θέση
- πλούτος
- περιουσία
- πλούτη
- τύχη
- περιουσία
- μοίρα
- πλούτη
- καλή τύχη
- καλοτυχία
- κράτημα
- περιουσία
- ιδιοκτησία
- ιδιότητα
- περιουσία
- ιδιότης
- κυριότης
- κυριότητα
- ουσία
- πραγματικότητα
- υπόσταση
- περιουσία
- πραγματικότης
- περιεχόμενο
- υπάρχοντα
- περιουσία
- βίος
Σχετικές λέξεις: περιουσία
περιουσία εκκλησίας ελλάδος, περιουσία μαρινάκη, περιουσία του μακαριστού χριστόδουλου, περιουσία μελισσανίδη, περιουσία της εκκλησίας, περιουσία λεξικό γλώσσας αγγλικά, περιουσία στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- περιορισμένος στα αγγλικά - finite, restricted, confined, limited, a limited
- περιορισμός στα αγγλικά - restriction, limitation, constraint, containment, restraint
- περιοχή στα αγγλικά - district, area, domain, region, territory, range
- περιπέτεια στα αγγλικά - adventure, adventures
Τυχαίες λέξεις
Περιουσία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: possessions, estate, property, fortune, wealth, assets
Μεταφράσεις: possessions, estate, property, fortune, wealth, assets