Розмноження στα ελληνικά
Μετάφραση: розмноження, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, την αναπαραγωγή, η αναπαραγωγή, της αναπαραγωγής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авторитетний στα ελληνικά - επιβλητικός, έγκυρος, επιτακτικός, επίσημος, έγκυρες, έγκυρη, έγκυρο
- вивозити στα ελληνικά - εξάγω, εξαγωγή, εξαγωγής, την εξαγωγή, εξαγωγών, εξαγωγές
- загрози στα ελληνικά - απειλητικός, απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
- межуйте στα ελληνικά - συνορεύω, εφάπτομαι, ΟΡΙΟ, LIMIT, ΟΡΙΑΚΕΣ, ΤΙΜΕΣ, ΟΡΙΑΚΗ
Τυχαίες λέξεις
Розмноження στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, την αναπαραγωγή, η αναπαραγωγή, της αναπαραγωγής
Μεταφράσεις: αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, την αναπαραγωγή, η αναπαραγωγή, της αναπαραγωγής