Розсікати στα ελληνικά
Μετάφραση: розсікати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φέτα, διαμελίζω, τεμαχίζω, αναλύω, τέμνονται, διασταυρώνονται, τέμνει, τέμνουν, να τέμνονται
Μεταφράσεις
- безвідплатний στα ελληνικά - χαριστικά, χαριστικών, χαριστικής αιτίας, εκ χαριστικής αιτίας, σκηνές άσκοπης
- докучити στα ελληνικά - τριβελίζω, dokuchyty
- жалюгідний στα ελληνικά - βρώμικος, άθλιος, σπυρί, ακατάστατος, άθλια, άθλιες, άθλιους, ...
- колонада στα ελληνικά - κιονοστοιχία, κιονοστοιχίας, περιστύλιο, στοά, περιστυλίου
Τυχαίες λέξεις
Розсікати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φέτα, διαμελίζω, τεμαχίζω, αναλύω, τέμνονται, διασταυρώνονται, τέμνει, τέμνουν, να τέμνονται
Μεταφράσεις: φέτα, διαμελίζω, τεμαχίζω, αναλύω, τέμνονται, διασταυρώνονται, τέμνει, τέμνουν, να τέμνονται