Салфетка στα ελληνικά
Μετάφραση: салфетка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτοπετσέτα, πετσέτα, πετσετάκι, σπάργανο, πάνας, πάνα, σπαργάνου, της πάνας
Μεταφράσεις
- госпіталізуйте στα ελληνικά - στο νοσοκομείο, νοσηλεύονται, νοσηλευτεί, νοσηλεύτηκαν, νοσηλεύεται
- екс στα ελληνικά - πρώην, ex, εκ, εκ των, εκ του
- картуз στα ελληνικά - σκούφος, θήκη, τραγιάσκα, καπάκι, κάλυμμα, πώμα, ΚΓΠ, ...
- константан στα ελληνικά - συνεχής, αδιάκοπος, κονσταντάνης, constantan
Τυχαίες λέξεις
Салфетка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτοπετσέτα, πετσέτα, πετσετάκι, σπάργανο, πάνας, πάνα, σπαργάνου, της πάνας
Μεταφράσεις: χαρτοπετσέτα, πετσέτα, πετσετάκι, σπάργανο, πάνας, πάνα, σπαργάνου, της πάνας