Πετσέτα στα ουκρανικά

Μετάφραση: πετσέτα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рушник, підгузок, серветка, салфетка, пелюшка, рушнику, полотенце, рушника
Πετσέτα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πετσέτα

πετσέτα μπομπονιέρα, πετσέτα με το μέτρο, πετσέτα θαλάσσης benetton, πετσέτα θαλάσσης reserved, πετσέτα παρεό, πετσέτα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πετσέτα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πετράδι στα ουκρανικά - гема, дорогоцінний, коштовність, дорогоцінність, скарб
  • πετροβολώ στα ουκρανικά - брусок, камінь, petrovolo
  • πετσετάκι στα ουκρανικά - серветка, пелюшка, салфетка, підгузок
  • πετσοκόβω στα ουκρανικά - знижувати, рубати, смугувати, хльостати, вирубка, рубатимуть
Τυχαίες λέξεις
Πετσέτα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рушник, підгузок, серветка, салфетка, пелюшка, рушнику, полотенце, рушника