Самотньо στα ελληνικά

Μετάφραση: самотньо, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοναξιά, μοναχικός, μοναχικό, μόνος, μοναχική
Самотньо στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алфавітний στα ελληνικά - αλφαβητικός, κατά αλφαβητική σειρά, αλφαβητικά, αλφαβητική
  • джерельце στα ελληνικά - στυλοβάτης, πηγή, έναρξη, βρύση, πατρότητα, αρχή, άνοιξη, ...
  • желатин στα ελληνικά - ζελατίνη, ζελατίνης, ζελατίνας, ζελατίνα, η ζελατίνη
  • механіка στα ελληνικά - μηχανισμός, μηχανική, μηχανικής, μηχανικούς, μηχανικοί, μηχανικών
Τυχαίες λέξεις
Самотньо στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοναξιά, μοναχικός, μοναχικό, μόνος, μοναχική