Свинець στα ελληνικά
Μετάφραση: свинець, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φτερό, λοφίο, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ароматний στα ελληνικά - γλυκός, ευωδιαστός, ευώδης, αρωματικά, αρωματική, ευωδιαστό
- відмовляє στα ελληνικά - χαίρομαι, πανηγυρίζω, αρνείται, αρνηθεί, αρνείται την, απορρίπτει
- догану στα ελληνικά - παραινώ, ψέγω, νουθετώ, μέμψη, κατακρίνω, επίπληξη, επίπληξης, ...
- заставляння στα ελληνικά - zastavlyannya
Τυχαίες λέξεις
Свинець στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φτερό, λοφίο, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Μεταφράσεις: φτερό, λοφίο, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί