Сержант στα ελληνικά

Μετάφραση: сержант, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχιφύλακας, λοχίας, λοχία, Ο λοχίας
Сержант στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • видихнув στα ελληνικά - εκπνέεται, εκπνεόμενο, εκπνεόμενου, που εκπνέεται, εκπνέονται
  • відплачувати στα ελληνικά - αντεκδίκηση, αντίποινα, ανταπόδοση, αποπληρωμή, απόδοση, απόδοσης, αποδόσεων, ...
  • голосний στα ελληνικά - δυνατά, δυνατό, δυνατή, δυνατός, δυνατούς
  • етики στα ελληνικά - ηθική, δεοντολογία, δεοντολογίας, ηθικής, την ηθική
Τυχαίες λέξεις
Сержант στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχιφύλακας, λοχίας, λοχία, Ο λοχίας