Сирій στα ελληνικά
Μετάφραση: сирій, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωμός, χονδροειδής, ακατέργαστος, ακατέργαστο, ακάθαρτο, αργού, ακατέργαστου
Μεταφράσεις
- анклав στα ελληνικά - θύλακα, θύλακο, θύλακας, θύλακα του, περίκλειστο έδαφος
- відстрочити στα ελληνικά - καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
- гальванічний στα ελληνικά - γαλβανικός, γαλβανική, γαλβανικής, γαλβανικό, γαλβανικού
- дрюк στα ελληνικά - νυχτερίδα, ρόπαλο, Drucat
Τυχαίες λέξεις
Сирій στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωμός, χονδροειδής, ακατέργαστος, ακατέργαστο, ακάθαρτο, αργού, ακατέργαστου
Μεταφράσεις: ωμός, χονδροειδής, ακατέργαστος, ακατέργαστο, ακάθαρτο, αργού, ακατέργαστου