Скиглій στα ελληνικά
Μετάφραση: скиглій, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμφορά, καταδότης, φωνάζων, προδότης, Squealer, Οι Squealer
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апостоле στα ελληνικά - απόστολος, Αποστόλου, απόστολο, ο Απόστολος, του Αποστόλου
- галочка στα ελληνικά - τικ, τσιμπούρι, tick, κροτώνων, κρότωνα, σημάδι
- маєток στα ελληνικά - κυριαρχία, περιοχή, αρμοδιότητα, κτήση, περιουσία, κτήμα, ακινήτων, ...
- медовий στα ελληνικά - μέλι, μελιστάλαχτων, honeyed, μελωμένων, μελωμένα, μελιστάλαχτα
Τυχαίες λέξεις
Скиглій στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμφορά, καταδότης, φωνάζων, προδότης, Squealer, Οι Squealer
Μεταφράσεις: συμφορά, καταδότης, φωνάζων, προδότης, Squealer, Οι Squealer