Словники στα ελληνικά

Μετάφραση: словники, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεξιλόγιο, λεξικά, λεξικών, τα λεξικά
Словники στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • адвокат στα ελληνικά - υποστηρικτής, συνηγορώ, συνήγορος, υπερασπιστής, σύμβουλος, δικηγόρος, δικηγόρο, ...
  • залишатись στα ελληνικά - συνεχίζω, συνεχίζομαι, κατάλοιπο, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, ...
  • кастор στα ελληνικά - κάστορας, καστορέλαιο, κίκεως, castor, καστορελαίου
  • лінгвістично στα ελληνικά - γλωσσολογία, γλωσσικά, γλωσσολογικά, γλωσσική, γλωσσική άποψη, γλωσσικής
Τυχαίες λέξεις
Словники στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεξιλόγιο, λεξικά, λεξικών, τα λεξικά