Сліпота στα ελληνικά

Μετάφραση: сліпота, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύφλωση, τύφλωσης, την τύφλωση, η τύφλωση, τυφλότητα
Сліпота στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • брунатний στα ελληνικά - καφέ, καστανός, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
  • буколічний στα ελληνικά - ποιμενικός, βουκολικός, βουκολικό, βουκολική, βουκολικής, βουκολικοί
  • відпущення στα ελληνικά - ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
  • відчинити στα ελληνικά - ανοιχτός, ανοίγω, εγκαινιάζω, ανοικτός, ανοιχτό, ανοικτή, ανοικτό
Τυχαίες λέξεις
Сліпота στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύφλωση, τύφλωσης, την τύφλωση, η τύφλωση, τυφλότητα