Смак στα ελληνικά
Μετάφραση: смак, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουρανίσκος, καρυκεύω, υπερώα, γεύομαι, γεύση, γούστο, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- висвітлення στα ελληνικά - κάλυψη, φωτισμός, φωτισμό, φωτισμού, το φωτισμό, φως
- економічний στα ελληνικά - φειδωλός, οικονομικός, οικονομική, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές
- злодійською στα ελληνικά - κλοπή, κλέφτες, τους κλέφτες, κλεφτών, οι κλέφτες, ληστές
- змінював στα ελληνικά - παραλλαγή, άλλαξε, αλλάξει, μεταβληθεί, άλλαξαν, αλλάζει
Τυχαίες λέξεις
Смак στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουρανίσκος, καρυκεύω, υπερώα, γεύομαι, γεύση, γούστο, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση
Μεταφράσεις: ουρανίσκος, καρυκεύω, υπερώα, γεύομαι, γεύση, γούστο, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση