Соромливий στα ελληνικά
Μετάφραση: соромливий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διστακτικός, άτολμος, ανταπαντώ, ντροπαλός, ταπεινός, σεμνός, αντίλογος, σεμνότυφος, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агресивний στα ελληνικά - επιθετικός, επιθετική, επιθετικό, επιθετικές, επιθετικά
- брокер στα ελληνικά - χρηματομεσίτης, χρηματιστής, μεσίτης, Broker, μεσίτη, χρηματιστή, χρηματιστές
- виправдайтеся στα ελληνικά - απαλλάσσω, αθωώνω, vypravdaytesya
- комерція στα ελληνικά - εμπόριο, Εμπορίου, Εμπορικό, Commerce, το εμπόριο
Τυχαίες λέξεις
Соромливий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διστακτικός, άτολμος, ανταπαντώ, ντροπαλός, ταπεινός, σεμνός, αντίλογος, σεμνότυφος, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για
Μεταφράσεις: διστακτικός, άτολμος, ανταπαντώ, ντροπαλός, ταπεινός, σεμνός, αντίλογος, σεμνότυφος, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για