Спорожняти στα ελληνικά

Μετάφραση: спорожняти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρίθω, άδειος, εξαντλώ, μειώνω, εκκενώνω, άδειο, κενή, κενό, κενών, κενές
Спорожняти στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благозвучність στα ελληνικά - ευφωνία, ευφωνίας
  • вдихання στα ελληνικά - εισπνέω, εισπνοή, εισπνοής, την εισπνοή, όταν εισπνέεται, της εισπνοής
  • гальванізувати στα ελληνικά - γαλβανίζω, ενδυνάμωσή, την ενδυνάμωσή, κινητοποιήσει, κινητοποιήσουν
  • лебідь στα ελληνικά - κύκνος, Swan, κύκνο, κύκνου, Κύκνων
Τυχαίες λέξεις
Спорожняти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρίθω, άδειος, εξαντλώ, μειώνω, εκκενώνω, άδειο, κενή, κενό, κενών, κενές