Βρίθω στα ουκρανικά

Μετάφραση: βρίθω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розливати, родити, кишіти, спорожняти, буяти, рясніти, ряснітиме, збіжжя, ряснітимуть
Βρίθω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βρίθω

βρίθω ορισμός, βρίθω συνώνυμα, βρίθω από, βρίθω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βρίθω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βρήκα στα ουκρανικά - опиратися, знайдений, ллючи, закладати, заснувати, знайдена, віднайдений, ...
  • βρίζω στα ουκρανικά - зловживати, зловживання, телячий, надуживати, відрижка
  • βρίσκομαι στα ουκρανικά - нагоду, спроможність, наступити, побувати, встати, Я
  • βρίσκω στα ουκρανικά - виявити, шукати, знайти, знахідка, відкриття, знаходити
Τυχαίες λέξεις
Βρίθω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розливати, родити, кишіти, спорожняти, буяти, рясніти, ряснітиме, збіжжя, ряснітимуть