Стеля στα ελληνικά
Μετάφραση: стеля, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, οροφής, ανώτατου ορίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абонент στα ελληνικά - συνδρομητής, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή
- бездушність στα ελληνικά - αναισθησία, αναλγησία, αναισθησίας, την αναλγησία, πώρωση
- венозна στα ελληνικά - διέξοδος, τρύπα, φλεβικός, φλεβική, φλεβικής, φλεβικού, φλεβικό
- довічний στα ελληνικά - σηκώνω, παντοτινός, ενδελεχής, υψώνω, ασανσέρ, ζωή, ζωής, ...
Τυχαίες λέξεις
Стеля στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, οροφής, ανώτατου ορίου
Μεταφράσεις: ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, οροφής, ανώτατου ορίου