Танцівниця στα ελληνικά

Μετάφραση: танцівниця, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορευτής, χορευτής μπαλέτου, μπαλαρίνα, χορεύτρια μπαλέτου, χορευτή μπαλέτου
Танцівниця στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • внутрішньодержавний στα ελληνικά - κατοικίδιος, οικιακός, εσωτερικός, εσωτερική, εσωτερικής, εσωτερικών, εσωτερικές
  • досягнення στα ελληνικά - διενέργεια, επίτευξη, αντιδρώ, κατόρθωμα, επίτευγμα, υλοποίηση, επίτευξης
  • залицятись στα ελληνικά - επιδιώκω, κορτάρω, ψευδοϊατρική, επιζητήστε, Woo
  • котелок στα ελληνικά - αψίδα, καμάρα, τρούλος, καζάνι, σφαιριστής, bowler, σφαιριστή, ...
Τυχαίες λέξεις
Танцівниця στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορευτής, χορευτής μπαλέτου, μπαλαρίνα, χορεύτρια μπαλέτου, χορευτή μπαλέτου