Твердо στα ελληνικά
Μετάφραση: твердо, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφικτά, ακράδαντα, σταθερά, καλά, σθεναρά, γερά
Μεταφράσεις
- виділіться στα ελληνικά - εκκρίνω, vydilitsya
- затичка στα ελληνικά - αστείο, αναπληρωτής, φιμώνω, χύνω, κάνουλα, τάπα, πείρου, ...
- заяви στα ελληνικά - ικανοποιημένο, ικανοποιημένος, ευχαριστημένος, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, ...
- лімузини στα ελληνικά - κουτσαίνω, χαλαρός, Λιμουζίνες, Εστιατόρια, limousines, λιμουζίνων
Τυχαίες λέξεις
Твердо στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφικτά, ακράδαντα, σταθερά, καλά, σθεναρά, γερά
Μεταφράσεις: σφικτά, ακράδαντα, σταθερά, καλά, σθεναρά, γερά