Тепловий στα ελληνικά
Μετάφραση: тепловий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бартерний στα ελληνικά - αντιπραγματισμού, αντιπραγματισμός, ανταλλαγή, ανταλλαγής, αντισταθμιστικό
- бурмотіти στα ελληνικά - μουρμουρίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
- випадковість στα ελληνικά - ενδεχόμενο, θύμα, ατύχημα, ατυχήματος, ατυχημάτων, ατυχήματα, των ατυχημάτων
- загальнонародний στα ελληνικά - σε εθνικό επίπεδο, εθνικό επίπεδο, σε εθνικό, πανελλαδικά, εθνικό
Τυχαίες λέξεις
Тепловий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές