Терпкий στα ελληνικά
Μετάφραση: терпкий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στυφός, καυστικός, πόρνη, τάρτα, ξινό, τάρτας, ξινά, ξινός
Μεταφράσεις
- автоматизувати στα ελληνικά - αυτοματοποιώ, αυτοματοποιήσει, την αυτοματοποίηση, αυτοματοποιήσουν, αυτοματοποιούν, αυτοματοποίηση των
- гвардієць στα ελληνικά - εθνοφρουρός, Φύλακας, φρουρός
- загальне στα ελληνικά - χαρακτηριστικός, γενικός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
- лялечки στα ελληνικά - μαθητής, μαθήτρια, χρυσαλίδες, χρυσαλίδων, χρυσαλλίδες, pupae, χρυσαλλίδων
Τυχαίες λέξεις
Терпкий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στυφός, καυστικός, πόρνη, τάρτα, ξινό, τάρτας, ξινά, ξινός
Μεταφράσεις: στυφός, καυστικός, πόρνη, τάρτα, ξινό, τάρτας, ξινά, ξινός