Траплятися στα ελληνικά
Μετάφραση: траплятися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρμόζω, γίνομαι, συμβαίνω, εμφανιστούν, συμβαίνουν, συμβεί, συμβούν, να συμβεί
Μεταφράσεις
- благодійність στα ελληνικά - ψυχικό, φιλανθρωπία, φιλανθρωπίας, φιλανθρωπικό, φιλανθρωπική, φιλανθρωπική οργάνωση
- біта στα ελληνικά - ρόπαλο, λέσχη, bits, κομμάτια, δυαδικά ψηφία, μπιτ, δυφία
- викрут στα ελληνικά - τέχνασμα, κόλπο, τρικ, το τέχνασμα, τέχνασμα για
- кайма στα ελληνικά - ρέλι, μεθόριος, σύνορο, κροσσός, Fringe, περιθωριακών, περιθωριακοί, ...
Τυχαίες λέξεις
Траплятися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρμόζω, γίνομαι, συμβαίνω, εμφανιστούν, συμβαίνουν, συμβεί, συμβούν, να συμβεί
Μεταφράσεις: αρμόζω, γίνομαι, συμβαίνω, εμφανιστούν, συμβαίνουν, συμβεί, συμβούν, να συμβεί