Тривалість στα ελληνικά
Μετάφραση: тривалість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάρκεια, εμμονή, επιμονή, όρθιος, κύρος, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вишня στα ελληνικά - κεράσι, κερασιάς, κερασιού, κερασιών, κερασιά
- жевріти στα ελληνικά - λάμψη, πυρακτώνομαι, φεγγοβολώ, υποκαίω, σιγοκαίω, σιγοκαούν, smolder, ...
- закономірність στα ελληνικά - νόμιμος, κανονικότητα, την κανονικότητα, κανονικότητας, της κανονικότητας, τακτικότητα
- злам στα ελληνικά - κάταγμα, κατάγματος, θραύση, καταγμάτων, θραύσης
Τυχαίες λέξεις
Тривалість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάρκεια, εμμονή, επιμονή, όρθιος, κύρος, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
Μεταφράσεις: διάρκεια, εμμονή, επιμονή, όρθιος, κύρος, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια